Η Πρωτοβουλία Φιλίππων πολιτεία, δημιουργήθηκε από πολίτες για να διεκδικήσει για την περιοχή των Φιλίππων, τη δημιουργία ενός δήμου, του Δήμου Φιλίππων, που να πληροί όλα εκείνα τα κριτήρια που θα εμβαθύνουν τη δημοκρατία και ταυτόχρονα θα δίνουν προοπτικές ισχυρής ανάπτυξης του τόπου μας.

Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥΣ. 14 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1967. ΤΟ ΑΝΤΙΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΑΠΟΤΥΓΧΑΝΕΙ ΚΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΕΙ ΤΗ ΧΩΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ ΤΟΥ ΑΜΥΓΔΑΛΕΩΝΑ.



14 Δεκεμβρίου του 1967. Η προσπάθεια του βασιλέως Κωνσταντίνου τα ανατρέψει τη χούντα των συνταγματαρχών, το γνωστό αντικίνημα,  αποτυγχάνει και ο ίδιος ( μαζί με την οικογένειά του ) εγκαταλείπει τη χώρα από το αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα. Είναι γνωστό πως οι συνταγματάρχες πρόλαβαν τον βασιλέα των Ελλήνων την 21η  Απριλίου του 1967. Ο ίδιος ετοίμαζε βασιλικό πραξικόπημα που το είχαν οργανώσει οι στρατηγοί που του ήταν πιστοί. Ο νεαρός, τότε, βασιλιάς, όρκισε την κυβέρνηση των χουντικών αλλά η δυσφορία του για αυτούς ήταν έντονοι, κυρίως επειδή του χάλασαν τα σχέδια, να επιβάλει αυτός δηλαδή μια δική του χούντα. Τουλάχιστον από τις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1967 ο Κωνσταντίνος άρχισε να οργανώνει ένα στρατιωτικό κίνημα ανατροπής της χούντας των συνταγματαρχών. Μάζεψε λοιπόν, τους ανώτατους αξιωματικούς που του ήταν ακόμη πιστοί και σχεδίασαν τη δράση τους ( ήταν αξιωματικοί κυρίως του ναυτικού και της αεροπορίας ). Στις 06 Δεκεμβρίου άρχισε η συντονισμένη δράση τους. Στις 11 του ίδιου μήνα ο Κωνσταντίνος είχε ήδη πάει στη Λάρισα και στις 13 βρίσκονταν στη Καβάλα από όπου σχεδίαζαν να ξεκινήσουν το αντικίνημα. Η ανικανότητα του Κωνσταντίνου στο να οργανώσει το παραμικρό, πόσο μάλλον ένα κίνημα, σε συνδυασμό με την απύθμενη επίσης ανικανότητα των ανωτέρων αξιωματικών αλλά και η απαράμιλλη βλακεία και των δύο, οδήγησαν στην πλήρη αποτυχία του αντικινήματος. Η λέξεις που χρησιμοποιώ δεν είναι τυχαίες, ούτε προϊόν αντιβασιλικών  φρονημάτων που ούτως ή άλλως έχω, αλλά η πραγματικότητα ως είχε! Ο μόνος που ήξερε το σύνολο των δυνάμεων που ήταν στο αντικίνημα ήταν ο Κωνσταντίνος, ο οποίος ανίκανος και άφρων, δεν μπόρεσε να καταλάβει πως στην πραγματικότητα δεν είχε παρά ελάχιστες δυνάμεις. Η αεροπορία ήταν η μόνη που είχε μια κάποια ελάχιστη δράση. Εκεί όμως που έλαμψε η ανικανότητα και η βλακεία, ήταν στο ναυτικό. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα πως ενώ έπρεπε να κινηθούν από το λιμάνι στου Βόλου σ’  αυτό της Καβάλας, αυτοί δεν κατάφεραν ποτέ να κάνουν αυτή την απλή διαδρομή. Απέτυχαν δηλαδή να μεταφέρουν τα πλοία τους από το βόλο έως τη Καβάλα. Βλακεία και ανικανότητα στο απόγειό τους! Επειδή εγώ έχω πολύ κακή άποψη τόσο για τον βασιλέα Κωνσταντίνο ( και για κάθε βασιλιά παντού και πάντα ) όσο και για τους χουντικούς με τα πουλιά τους ( όλες τις χούντες παντού και πάντα), θα αντιγράψω το χρονικό από την σελίδα ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ, σε μια προσπάθεια πιο αντικειμενικής προσέγγισης.
Στις 6 Δεκεμβρίου του 1967, κλήθηκαν στα ανάκτορα οι αντιστράτηγοι Κόλλιας, διοικητής της Πρώτης Στρατιάς, και Περίδης, διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού. Εκεί ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, παρουσία του στρατηγού Κωνσταντίνου Δόβα, τους ανακοίνωσε την απόφασή του να ανατρέψει το δικτατορικό καθεστώς βιαίως. Τους ενημέρωσε για το σχέδιό του, που ουσιαστικά -όπως το ανέπτυξε- δεν επρόκειτο για "σχέδιον δράσεως" κατά την καθιερωμένη στρατιωτική έννοια, αλλά για απλή, θεαματική μάλλον ενέργεια, με ελάχιστες οργανωτικές προπαρασκευές. Τους εξήγησε ότι θα μεταβεί σε μία μεγάλη μονάδα της Βορείου Ελλάδος και από εκεί, βασιζόμενος στην υποστήριξη στρατού και λαού, θα αξίωνε από το καθεστώς να παραδώσει την εξουσία.
Τον Δεκέμβριο οι προετοιμασίες είχαν λήξει και την παραμονή, 12 Δεκεμβρίου, ο Κωνσταντίνος έδωσε τις τελευταίες οδηγίες. Τότε κλήθηκε στα ανάκτορα ο γενικός επιθεωρητής Στρατού, αντιστράτηγος Ιω. Μανέττας, ο οποίος αργότερα αποκάλυψε: "Προσήλθα με την σκέψιν ότι έπρεπε να αναβληθή το κίνημα, όχι μόνον λόγω Θεσσαλονίκης, αλλά και διότι ενόμιζα ότι δεν είχαν συμπληρωθεί οι προετοιμασίες. Εξέφρασα τους ενδοιασμούς μου προς τον Βασιλέα. Αλλά αυτός μου απήντησε: "Δεν υπάρχει χρόνος πια. Τώρα το παν κινείται..."".
Τα μεσάνυχτα της 12ης προς 13η Δεκεμβρίου, έφτασε στη Λάρισα ο ταξίαρχος Φραγκίσκος, υπασπιστής του βασιλιά, και έδωσε στον έκπληκτο Κόλλια, διοικητή της Στρατιάς, τη διαταγή: στις 10.35 το πρωί ο Κωνσταντίνος αναχωρεί και στις 11 ο στρατηγός Κόλλιας να αρχίσει τις ενέργειές του, πρώτη από τις οποίες θα είναι η διακοπή των τηλεπικοινωνιών μεταξύ Βόρειας και Νότιας Ελλάδας. Ο Κ. Κόλλιας κατελήφθη από οργή. Μόλις είχε επιστρέψει από τον Βόλο, όπου είχε κατεβεί για να υποδεχθεί τμήματα της Στρατιάς που επέστρεφαν από την Κύπρο. Παρ' ολίγον να διανυκτέρευε εκεί και να μην τον συναντούσε ο ταξίαρχος Φραγκίσκος. Αλλά εκτός τούτου, υπήρξε καθυστέρηση. Είχαν συμφωνήσει να προειδοποιηθεί 6-7 ημέρες νωρίτερα. Ο Κόλλιας δεν προλάβαινε να εκτελέσει το σχέδιο μέσα σε μία νύχτα. Με τραχύ ύφος είπε στον βασιλικό απεσταλμένο:
- Σήκω φύγε και πες στον βασιλέα ότι τώρα δεν γίνεται τίποτα. Να αναβάλει την ενέργειά του τουλάχιστον 24 ώρες, αν δεν μπορεί περισσότερες. Και αν η αναβολή είναι αδύνατη, θέλω να έχω στα χέρια μου τις διαταγές προς τους διοικητές των μεγάλων μονάδων και το διάγγελμα, το πρωί στις 8. Και οπωσδήποτε να μεταβεί ο βασιλεύς στη Θεσσαλονίκη. Πουθενά αλλού.

Νωρίς το πρωί της επομένης, όμως, ο στρατηγός Κόλλιας πήρε το εξής τηλεγράφημα από την Αθήνα: "Είδα τον εξάδελφο Τριανταφύλλου. Αναχωρεί για την Αμερική". Ήταν το συνθηματικό ότι η μικρή αναβολή που ζήτησε δεν εγκρίθηκε και ότι ο βασιλεύς ("εξάδελφος Τριανταφύλλου") ήταν έτοιμος να αναχωρήσει για τη Βόρεια Ελλάδα. Πολύ σύντομα έμελλε να διαπιστώσει ο στρατηγός Κόλλιας ότι ο Κωνσταντίνος δεν επρόκειτο να κατευθυνθεί στη Θεσσαλονίκη.
Τις πρωινές ώρες της 13ης Δεκεμβρίου 1967, υπήρχε φαινομενική ησυχία στο ανάκτορο του Τατοΐου. Στο ιδιαίτερο όμως βασιλικό διαμέρισμα ο βασιλιάς και η βασίλισσα Άννα-Μαρία της Ελλάδας έκαναν πυρετώδεις προετοιμασίες.
Ο πρωθυπουργός του δικτατορικού καθεστώτος Κωνσταντίνος Κόλλιας (απλή συνωνυμία με τον στρατηγό) έγραψε στις αναμνήσεις του: "Την 10ην Δεκεμβρίου ετηλεφώνησεν εις τον γράφοντα ο αυλάρχης κ. Παπάγος, ότι ο βασιλεύς τον εκάλει εις ακρόασιν διά την 10 π.μ. ώραν της 13ης Δεκεμβρίου εν τοις Ανακτόροις Τατοΐου. Υπέθεσεν ο γράφων ότι επρόκειτο περί μιας συνήθους ακροάσεως. Δεν υποπτεύθη καν ότι θα επραγματοποιείτο την ημέραν εκείνην η εκδήλωσις της πρωτοβουλίας, περί ης προ ολίγων ημερών τω εγένετο σχετικός λόγος. Την ημέραν της ακροάσεως μετέβη ο γράφων ως συνήθως την 8ην πρωινήν εις το γραφείον του, αφού δε προηγουμένως ησχολήθη εν αυτώ με την τρέχουσαν υπηρεσίαν και με την συλλογήν στοιχείων τινών επί θεμάτων εφ' ων, ενδεχομένως, θα εστρέφετο η ακρόασις, ανεχώρησε διά Τατόιον. Εις την αίθουσαν υποδοχής εύρε τον αυλάρχην κ. Παπάγον, τον αρχηγόν του Στρατιωτικού Οίκου αντιστράτηγον Δόβαν, τον αρχηγόν της Αεροπορίας κ. Αντωνάκον, τον ιατρόν κ. Κουτήφαρην και τινάς άλλους. Προ ολίγου είχεν αναχωρήσει ο πρεσβευτής των ΗΠΑ κ. Τάλμποτ, ον είχε καλέσει ο βασιλεύς ίνα μεριμνήση διά την αποτροπήν πάσης τουρκικής κινήσεως κατά της Ελλάδος, κατά την διάρκειαν της δράσεώς του. Μετ' ολίγον ενεμφανίσθη ο βασιλεύς φέρων στολήν εκστρατείας και ιδιαιτέρως ανεκοίνωσεν εις τον γράφοντα ότι επρόκειτο να αναχωρήσουν διά Μακεδονίαν, οπόθεν έμελλε να ασκήσει πρωτοβουλίαν της αντικαταστάσεως της Κυβερνήσεως... (...) Μετά 15 λεπτά ανεχωρήσαμεν άπαντες μετά των μελών της βασιλικής οικογενείας και διά των εν λειτουργία εις τον πλησιέστερον προς τα Ανάκτορα διάδρομον του αεροδρομίου Τατοΐου δύο αεροπλάνων απεγειώθημεν την 10.30 ώραν. Μετά μίαν ώραν, το αεροπλάνον του βασιλέως, εφ' ου επέβαινε και ο γράφων, προσεγειώθη εις το αεροδρόμιον Αμυγδαλεώνος  Καβάλας, όπου ανέμενεν ο διοικητής της ΧΙ Μεραρχίας κ. Κεχαγιάς...".
Την ίδια περίπου ώρα, ο γενικός επιθεωρητής Στρατού αντιστράτηγος Ιω. Μανέττας έφτασε στο γραφείο του αρχηγού του Γ.Ε.Σ. στρατηγού Οδυσσέα Αγγελή. Όταν έμειναν μόνοι, ο Μανέττας έδωσε στον Αγγελή ένα φάκελο και δήλωσε:
- Έρχομαι εκ μέρους του βασιλέως να σου επιδώδω την διαταγήν αυτήν.

Ο Αγγελής άνοιξε τον φάκελο και διάβασε μία διαταγή του Κωνσταντίνου που τον απήλλασε των καθηκόντων του και τοποθετούσε στη θέση του τον Μανέττα ως αρχηγόν του ΓΕΣ. Ο Αγγελής έμεινε λίγο σκεπτικός και απάντησε στον επισκέπτη του:
- Αυτό δεν γίνεται.

Ο Μανέττας ούτε καν οπλοφορούσε και έτσι ο Αγγελής τον έθεσε υπό κράτηση. Αμέσως έδωσε το σήμα γενικού συναγερμού και ζήτησε από τις Ένοπλες Δυνάμεις να μείνουν πιστές στο καθεστώς. Οι επικοινωνίες με τις στρατιωτικές μονάδες της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας είχαν αποκοπεί. Η χούντα, που ανησύχησε μ΄ αυτό, αντέδρασε με ταχύτητα στην περιοχή της Αττικής. Μονάδες τανκς περικύκλωσαν τα αεροδρόμια Τανάγρας και Ελευσίνας, το ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών και το κτίριο της Βουλής.
Ο βασιλιάς έφθασε στην Καβάλα στις 11.30΄ π.μ. Ο Κωνσταντίνος κατέλυσε στο ξενοδοχείο Αστήρ και με τον στρατηγό Δόβα έσπευσε στο στρατηγείο της ΧΙ Μεραρχίας, απ' όπου άρχισε να επικοινωνεί με τους μεράρχους και σωματάρχες.
Όταν τελείωσε ο κύκλος των επαφών, ο Κωνσταντίνος έμεινε με την εντύπωση ότι όλοι οι διοικητές ήταν μαζί του. Από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Λάρισας άρχισε να μεταδίδεται μαγνητοφωνημένο το βασιλικό διάγγελμα, αλλά η φωνή του Κωνσταντίνου ακουγόταν πολύ ασθενική:
"Έλληνες, επέστη η στιγμή να ακούσετε την φωνή του βασιλέως σας. Μέχρι σήμερον υπήρξεν αδύνατον να επικοινωνήσω μαζί σας διά να καταστήσω γνωστά τα γεγονότα, τας σκέψεις και ανησυχίας μου, καθώς και τας ελπίδας μου διά το μέλλον. Ζητώ από τον ελληνικόν λαόν να πυκνώση τας τάξεις του προς ενίσχυσίν μου...".

Με τη μετάβαση του Κωνσταντίνου στην Καβάλα είχαν δημιουργηθεί δύο κέντρα του αντιπραξικοπήματος. Το ένα ήταν η Καβάλα, λόγω της παρουσίας βασιλιά και πρωθυπουργού, και το άλλο ήταν η Κομοτηνή, όπου βρισκόταν η διοίκηση του Γ' Σώματος Στρατού, με επικεφαλής τον στρατηγό Περίδη.
Το μεσημέρι έφτασε ο Κωνσταντίνος έφτασε στο προωθημένο στρατηγείο του Γ' Σώματος Στρατού στην Κομοτηνή, όπου τον περίμεναν οι πιστοί του στρατηγοί Περίδης και Βιδάλης για να του κάνουν έκθεση της κατάστασης. Έλειπε όμως ο διοικητής της 20ης τεθωρακισμένης μεραρχίας, ταξίαρχος Έρσελμαν. Οι δύο πρώτοι έκαναν στον βασιλιά μια ευνοϊκή έκθεση. Βασίστηκαν όμως στην αντίληψη ότι η παρουσία του βασιλιά θα παρέσυρε τα πάντα. Ο Κωνσταντίνος βιαζόταν να επιστρέψει στην Καβάλα, επειδή επικρατούσε χιονοθύελλα. Αλλά ο Περίδης αγνοούσε ότι είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Δεν ήξερε ότι ήδη από το Πεντάγωνο ο στρατηγός Αγγελής είχε έλθει σε επαφή διά του ραδιοτηλεφώνου με πολλούς διοικητές μεγάλων μονάδων και είχε λάβει διαβεβαιώσεις των διοικητών πανομοιότυπες με εκείνες που έδωσαν στον βασιλιά. Αγνοούσε ιδίως τι συνέβαινε στη Θεσσαλονίκη.
Εκεί την ευθύνη είχε αναλάβει ο διοικητής της Σχολής Πολέμου στρατηγός Λιαράκος. Μετά τις 12, ο στρατηγός Λιαράκος επικοινώνησε μαζί του και του ανέφερε πως όλα έβαιναν καλώς. Ύστερα όμως διακόπηκε απότομα κάθε επικοινωνία και ο διοικητής του Γ' Σώματος είχε κάθε λόγο να ανησυχεί.
Ο Κωνσταντίνος αγνοούσε τις δυσμενείς εξελίξεις στην τεθωρακισμένη μεραρχία. Ο διοικητής της, ταξίαρχος Έρσελμαν, στις 11 κάλεσε τους διοικητές των μονάδων, τους ανήγγειλε την έκρηξη του βασιλικού κινήματος και τους κάλεσε να συμμετάσχουν. Δύο εξ αυτών αρνήθηκαν. Ήταν οι αντισυνταγματάρχες Πεφάνης και Πυρόπουλος. Ο ταξίαρχος τους έθεσε υπό κράτηση και έδωσε εντολή να αναλάβουν τις διοικήσεις της 2ας διοικήσεως Μάχης και 22ας επιλαρχίας, οι υποδιοικητές τους. Αλλά ο Έρσελμαν δεν φανταζόταν ότι και οι υποδιοικητές υποστήριζαν τους δικτάτορες. Έτσι όταν πήρε ειδοποίηση από έναν εκ των διοικητών να σπεύσει επί τόπου γιατί συναντούσε δυσκολίες στην ανάληψη της διοίκησης, πήγε να δει τι συμβαίνει και έπεσε στην παγίδα. Βρέθηκε μπροστά σε μία ομάδα ένοπλων αξιωματικών που τον έθεσαν υπό κράτηση στο σχολείο του χωριού. Από εκείνη τη στιγμή, η αντιστροφή των γεγονότων ήταν πλέον κεραυνοβόλα. Το σύνταγμα καταδρομών δεν κινήθηκε. Ο στρατηγός Λιαράκος, πιστός στο βασιλιά, πήρε στα χέρια του τη διοίκηση των βασιλικών δυνάμεων στη περιοχή της Θεσσαλονίκης, δεν μπόρεσε όμως να καταλάβει το ραδιοφωνικό σταθμό Θεσσαλονίκης που παρέμεινε κάτω από τον έλεγχο του ταξίαρχου Πατίλη. Έτσι, η Θεσσαλονίκη μετέδωσε το μήνυμα της χούντας το οποίο έδινε την εντύπωση, στην Αθήνα και αλλού, πως το κίνημα του βασιλιά απέτυχε στη Βόρεια Ελλάδα. Στη συνέχεια ο Πατίλης κατόρθωσε να συλλάβει το Λιαράκο και ν' αναλάβει τη διοίκηση του Γ' Σώματος Στρατού.
Ο Λιαράκος είχε χάσει την επαφή με τον Περίδη και στην Καβάλα ο Κωνσταντίνος με τον Δόβα αγωνιούσαν. Πληροφορήθηκαν ότι η Θεσσαλονίκη χάθηκε και ότι οι δυνάμεις του Κόρκα και του Έρσελμαν δεν επρόκειτο να βαδίσουν κατά της πρωτεύουσας του Βορρά. Επιπλέον η 10η μεραρχία Σερρών βρισκόταν στα χέρια του πιστού στους δικτάτορες αντισυνταγματάρχη Πίνδαρου Γκίλλα που οδηγούσε τη δύναμή του κατά της Καβάλας, με διπλό αντικειμενικό σκοπό: να ανακόψει ενδεχόμενη κάθοδο μονάδων του Περίδη και να πλήξει κατ' ευθείαν το κίνημα στην καρδιά του, στην Καβάλα, συλλαμβάνοντας ίσως και τον βασιλιά.
Το ναυτικό και η αεροπορία ήταν ακόμα πιστά στον βασιλιά, μα ο βασιλιάς δεν ήξερε πως να τα χρησιμοποιήσει. Ο άμεσος κύκλος του και μερικοί σύμβουλοί του, τον συμβούλεψαν να αποφύγει κάθε πράξη που θα κατέληγε σε αιματοχυσία και την αποδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο κρίσης με την Τουρκία. Ενώ όμως ο Γκίλλας εξορμούσε από τις Σέρρες, ο Κωνσταντίνος είχε πάρει πια τις αποφάσεις του. Οι απανωτές κακές ειδήσεις τον είχαν αποθαρρύνει. Το δραματικό τηλεφώνημα του Περίδη, που του ανήγγειλε τη σύλληψή του, τον συνέτριψε. Έτσι, ξημερώματα της 14ης Δεκεμβρίου, κάλεσε τους δικούς του να φύγουν. Υπό καταρρακτώδη βροχή ξεκίνησαν για το αεροδρόμιο. Η απογείωση ήταν πολύ δύσκολη, γιατί είχε πλημμυρίσει από νερά και ο διάδρομος. Τελικά έγινε η αποκόλληση κι έτσι, στις 3.20΄ το πρωί, ο βασιλιάς, η οικογένειά του και ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Κόλλιας αναχώρησαν για τη Ρώμη.
Ο ραδιοσταθμός Αθηνών μετέδωσε πως «Η Αντεπανάστασις απέτυχε πλήρως. Συνετρίβη. Από όλα τα σημεία της Ελλάδος καταφθάνουν επίσημοι αναφοραί ότι αι Ένοπλοι Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας είναι παρά τω πλευρώ και εκτελούν τας διαταγάς αποκλειστικώς και μόνον της εθνικής επαναστατικής κυβερνήσεως της 21ης Απριλίου. Ησυχία απόλυτος επικρατεί εις ολόκληρον την επικράτειαν. Οι συνωμόται και ο Κωνσταντίνος προσπαθούν να διαφύγουν κρυπτόμενοι από τον Στρατόν από χωρίου εις χωρίον.»
Ενώ ο βασιλιάς βρισκόταν ακόμα στην Ελλάδα, στις 9.30΄ το βράδυ, της 13ης Δεκεμβρίου, ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Α´ όρκισε τον Αντιστράτηγο Γεώργιο Ζωιτάκη ως αντιβασιλέα και ο Ζωιτάκης ζήτησε αμέσως από τον Παπαδόπουλο να αναλάβει τα καθήκοντα πρωθυπουργού. Οι αξιωματικοί της χούντας εξαγριωμένοι κατέβασαν τις φωτογραφίες των βασιλέων από τα κυβερνητικά κτίρια.
Στη Ρώμη, ο βασιλιάς αρνήθηκε να κάνει οποιαδήποτε δήλωση. Στις 20 Δεκεμβρίου έκανε δήλωση, στην οποία έλεγε ότι θα επιστρέψω μόνο όταν αποκατασταθούν πλήρως οι δημοκρατικοί θεσμοί.

Δρ. Τάσος Σαββίδης
Κρηνίδες Φιλίππων, 13/12/2016



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου